Ε Β Δ Ο Μ Α Δ Α   37


Η «συμπονετική ένταση» είναι ένας όρος που χρησιμοποιώ για να υπενθυμίζω στον εαυτό μου ότι μπορώ να ζω σε επαφή με τις ανάγκες μου και με συμπόνια, ενώ βιώνω και εκφράζω όλη τη συναισθηματική ενέργεια που έχει να προσφέρει η ζωή μου. Εξάλλου, το να είμαι συμπονετικός δεν σημαίνει ότι δεν αναστατώνομαι ή δεν νιώθω συναισθήματα. Σημαίνει όμως ότι μπορώ να περάσω από αυτές τις εμπειρίες με λιγότερη κριτική και επικρίσεις και με περισσότερες σκέψεις και λόγια που προσφέρουν σύνδεση με τη ζωή.

Ένταση δεν σημαίνει θυμός

Πολλοί από εμάς έχουμε μάθει να επικρίνουμε τον εαυτό μας ή τους άλλους όταν οι ανάγκες μας δεν ικανοποιούνται. Όταν μετατοπίζουμε την εστίασή μας στον πόνο μας (και όχι στις επικρίσεις μας), μπορούμε να εκφράσουμε τον πόνο μας με τρόπο που να αντανακλά την ένταση των συναισθημάτων μας χωρίς την αποσύνδεση που σχεδόν πάντα επιφέρει η επίκριση. Όταν εστιάζω στα συναισθήματα και τις ανάγκες μου, μπορώ να φωνάξω «βοήθεια» αντί να επικρίνω ή να θυμώσω.

Μετρώντας μέχρι το 10

Όταν ήμουν νεότερος, μου είχαν μάθει να «μετράω μέχρι το 10» όταν θυμώνω. Κανείς δεν μου έλεγε τι να κάνω ενώ μετρούσα, οπότε απλά θύμωνα 10 δευτερόλεπτα αργότερα. Τώρα, όταν μετράω μέχρι το 10, αφιερώνω αυτόν τον χρόνο παρατηρώντας πώς αισθάνομαι ή παρατηρώντας και μεταφράζοντας τις επικριτικές σκέψεις μου σε συναισθήματα και ανάγκες. Συχνά χρειάζομαι περισσότερα από 10 δευτερόλεπτα. Μερικές φορές χρειάζομαι μερικές ώρες ή μέρες. Έχω μάθει ότι αξίζει τον κόπο να περιμένω, γιατί μου επιτρέπει να διατηρήσω τη σύνδεσή μου με σημαντικούς ανθρώπους στη ζωή μου. Λέω λιγότερα πράγματα για τα οποία μετανιώνω.

Αν θέλω να συνδεθώ, καλούμαι να διαχωρίσω τον εαυτό μου από τον θυμό μου (βλ. κεφ. 35). Αυτό απαιτεί χρόνο και δεξιότητα. Μπορεί να απαιτήσει να επανεξετάσω τις πεποιθήσεις μου (κεφ. 18), να νιώσω τα συναισθήματά μου πιο βαθιά και να τα συνδέσω με τις ανάγκες μου (κεφ. 3 και 7), με άλλα λόγια, να μετακινήσω την επίγνωσή μου από τις συνήθεις σκέψεις μου, προς τα συναισθήματα και τις ανάγκες μου, την ενέργεια-της-ζωής μέσα μου.

Αυτή η διαδικασία μου δίνει νέες πληροφορίες. Δεν σημαίνει ότι όλα είναι μια χαρά. Μπορεί να εξακολουθώ να πονάω και να θέλω να εκφράσω αυτόν τον πόνο. Μόνο που τώρα, μπορώ να χρησιμοποιήσω τη νέα μου επίγνωση για να εκφράσω την έντασή μου διαφορετικά, σε σχέση με τον πόνο μου όχι ως επίκριση.

Ένταση και συμπόνια

Μόλις έρθω σε πλήρη επαφή με τα συναισθήματα και τις ανάγκες μου και μόλις ξεκαθαρίσω την πρόθεσή μου να συνδεθώ, μπορώ να υψώσω τη φωνή μου με συμπόνια. Μπορώ να φωνάξω, να εκφράσω την πλήρη ένταση της εμπειρίας μου, παραμένοντας εστιασμένος στην κατανόηση ότι πονάω χωρίς να σκέφτομαι ότι οι άλλοι είναι «υπεύθυνοι» γιαυτό.

Πρόκειται για ένταση χωρίς ξυράφι. Είναι κραυγή για βοήθεια και κατανόηση, όχι για να κατηγορήσω ή να επικρίνω.

Πώς μοιάζει μια «συμπονετική κραυγή»; Μπορεί να μοιάζει σαν «Αυτό με τρελαίνει!». – ή «Έχω φτάσει στα όριά μου!» – ή «Χρειάζομαι ένα διάλειμμα!» – ή «Δεν μπορώ να πιστέψω ότι αυτό συμβαίνει πάλι!»

Αυτά είναι τα λόγια έντονου πόνου, όχι του θυμού – παρότι έντονα.

Πρόκληση και ευκαιρία

Η πρακτική του «φωνάζω με συμπόνια» μπορεί να είναι πολύ δύσκολη με δύο τρόπους.

Πρώτον, μπορεί να ξαναβρεθούμε σε «κατάσταση επίκρισης». Πολλοί από εμάς έχουμε τόσο πολύ συνηθίσει να υψώνουμε τη φωνή μας μόνο για να επικρίνουμε, ώστε η ίδια η πράξη μπορεί να ενεργοποιήσει το «ρομπότ» μας και να μετατοπιστούμε προς την «κατάσταση επίκρισης». Για το λόγο αυτό, συνιστώ ανεπιφύλακτα να κάνετε πρόβες πριν χρησιμοποιήσετε την πρακτική.

Δεύτερον, οι άλλοι άνθρωποι μπορεί να συγχέουν την ένταση με την επίκριση. Οι περισσότεροι από εμάς έχουμε συνηθίσει τόσο πολύ να ακούμε ανθρώπους να φωνάζουν με κριτική διάθεση, ώστε όταν ακούμε κάποιον να εκφράζεται με ένταση, θα ακούσουμε επίκριση και μομφή, ακόμη και όταν δεν υπάρχει. Έτσι, όταν φωνάζω με συμπόνια, παρατηρώ ότι συχνά περιλαμβάνω μια διαβεβαίωση του τύπου: «Δεν σε κατηγορώ, απλά πονάω πολύ!». Δεν αποκλείεται να νιώσω συμπόνια για τον πόνο του άλλου ατόμου που αντιδρά στην έντονη έκφρασή μου.

Όταν «φωνάζω με συμπόνια» σε στιγμές έντονου συναισθήματος και ανάγκης, εκφράζομαι πιο πλήρως και πιο αυθεντικά, από μια θέση σύνδεσης με τον εαυτό μου, όχι επίκρισης ή κατηγόριας. Σύμφωνα με την εμπειρία μου, αυτό τελικά μας οδηγεί σε μια πιο στενή σχέση, όπου μπορούμε να μοιραζόμαστε πιο ανοιχτά τις εμπειρίες μας και να είμαστε ο εαυτός μας σε στιγμές πόνου και στεναχώριας.

Σύμφωνα με την εμπειρία μου, το να «φωνάζω με συμπόνια» είναι μια ιδιαίτερα δύσκολη πρακτική. Είμαι όμως ευγνώμων για την κατανόηση και τη σύνδεση που έχει φέρει στη ζωή μου. Πρόκειται για μια πρόκληση και μια ευκαιρία.


Πριν από μερικά χρόνια, συζούσα με μια γυναίκα στο διαμέρισμά μου στη Νέα Υόρκη. Αποφασίσαμε να ζήσουμε μαζί με το σκεπτικό ότι θα βλέπαμε πώς είναι να ζούμε μαζί και θα το επαναξιολογούσαμε σε ένα χρόνο.

Ο χρόνος είχε περάσει, και παρόλο που δεν βρισκόμασταν σε καμία μορφή έντονης σύγκρουσης, οι ενέργειές μας δεν αναπτύσσονταν μαζί για να σχηματίσουν τη συντροφικότητα που ελπίζαμε. Αποφασίσαμε ότι θα ήμασταν και οι δύο πιο ευτυχισμένοι αν ζούσαμε χωριστά. Δεδομένου ότι είχε μετακομίσει στο διαμέρισμά μου, αποφασίσαμε ότι θα έψαχνε για νέο σπίτι και θα μετακόμιζε σε ένα μήνα περίπου. Αυτό έγινε τον Μάρτιο. Ξεκίνησε την αναζήτησή της.

Μετά από ένα μήνα, δεν είχε βρει σπίτι. Ως Νεοϋορκέζος, είχα μεγάλη κατανόηση για τις δυσκολίες που συνεπάγεται η εύρεση «του κατάλληλου» σπιτιού. Συμπονούσα τον εαυτό μου και την ίδια. Παρόλο που δεν ήμουν χαρούμενος γι’ αυτό, την καταλάβαινα. Η αναζήτησή της συνεχίστηκε. Προσπάθησα κι εγώ να τη βοηθήσω να βρει κάτι, χωρίς αποτέλεσμα.

Μετά από έναν ακόμη μήνα, δεν είχαμε ακόμη βρει ένα μέρος με το οποίο να νιώθει άνετα. Η απογοήτευσή μου μεγάλωνε, αν και, όπως είπα και πριν, είχα μεγάλη κατανόηση για τις δυσκολίες που υπήρχαν. Πρόσφερα ενσυναίσθηση στον εαυτό μου και με τον «ψύχραιμο» τρόπο μου, εξέφρασα την απογοήτευσή μου, την ανάγκη μου να μετακομίσει, καθώς και την κατανόησή μου για τις δυσκολίες της. Η αναζήτηση συνεχίστηκε.

Ήταν Ιούνιος και εξακολουθούσαμε να ζούμε μαζί. Οι ικανότητες μου για ενσυναίσθηση προς τον εαυτό μου και προς εκείνη έφταναν στα όριά τους, καθώς συνέχιζα να κατανοώ και να εκφράζω τα συναισθήματα και τις ανάγκες μου και να κατανοώ τις δικές της. Συνέχισα να εκφράζω τον πόνο μου σε μια γλώσσα που θεωρούσα ξεκάθαρη και ειλικρινή και συνέχισα να συναισθάνομαι κι εκείνη. Η αναμονή συνεχίστηκε.

Είχε φτάσει Σεπτέμβριος. Όσο τεράστιοι κι αν είχαν γίνει οι μύες της αυτο-ενσυναίσθησής μου και όσο κι αν είχαν αναπτυχθεί οι δεξιότητές μου στην ενσυναίσθηση προς τον άλλον, η ζωή μου δεν γινόταν πιο υπέροχη – κάθε άλλο.

Κάτι έλειπε. Είχα τρία χρόνια που μελετούσα τη συμπονετική ζωή, και παρόλο που είχα μελετήσει την πρακτική της συμπονετικής έντασης, δεν την είχα δοκιμάσει ποτέ.

Αν υπήρξε ποτέ στιγμή στη ζωή μου που απαιτούσε να φωνάξω τον πόνο μου, ήταν αυτή. Για να είμαι απόλυτα ειλικρινής, η έντασή μου φαινόταν ως η μόνη επιλογή εκείνη τη στιγμή. «Έβραζα». Ωστόσο, όταν έφτασε η στιγμή, έκανα τη συνειδητή επιλογή να εκφράσω τον πόνο μου, όχι τις επικρίσεις μου.

«Κοίτα, καταλαβαίνω ότι δυσκολεύεσαι, αλλά αυτό ξεπερνάει τα όριά μου! Δεν το αντέχω άλλο! Θα τρελαθώ! Δεν ξέρω τι να κάνω! Πρέπει να συνεχίσω τη ζωή μου!»

Θυμάμαι το βλέμμα στα μάτια της. Κάτι είχα εκφράσει που δεν είχε εκφραστεί στις προηγούμενες επικοινωνίες μου. Κατάλαβε την ένταση του πόνου μου.

Ένιωσα μια αίσθηση ανακούφισης. Κάτι που ήθελε να βγει από μέσα μου, βγήκε. Ήταν έντονο και χωρίς κριτική. Δεν κατηγόρησα τον εαυτό μου ή εκείνη. Απλώς εξέφρασα την πλήρη εμπειρία του πόνου μου. Ήταν μια βαθύτερη μορφή ειλικρίνειας και επικοινωνίας μεταξύ μας. Είχα κάνει κάτι που δεν είχα κάνει ποτέ πριν – κάτι που δεν ήξερα καν ότι ήταν δυνατό μέχρι εκείνη τη στιγμή. Φώναξα διατηρώντας τη συμπόνια μου.

Τρεις εβδομάδες αργότερα, μετακόμισε (σε ένα όμορφο διαμέρισμα με διατιμημένο* ενοίκιο στο West Village).

*Οι διατιμήσεις των ενοικίων είναι μια κυβερνητική πολιτική στις ΗΠΑ που περιορίζουν το πόσο οι ιδιοκτήτες μπορούν να αυξήσουν το ενοίκιο, με στόχο να διατηρήσουν τις κατοικίες προσιτές για τους ενοικιαστές.


Πρακτική 1 – Φωνάξτε στον εαυτό σας

Σκεφτείτε μια κατάσταση στην οποία βιώνετε έντονα συναισθήματα και ανάγκες, και στην οποία θα θέλατε να εκφράσετε το πώς νιώθετε με έναν τρόπο που είναι σε επαφή και με τις ανάγκες σας και με την έντασή τους.

Στη συνέχεια, προσφέρετε ενσυναίσθηση στον εαυτό σας πλήρως. Γράψτε τι σκέφτεστε, τι αισθάνεστε και τι έχετε ανάγκη, συμπεριλαμβάνοντας:

  1. Αν χρειάζεται, τις επικρίσεις σας.
  2. Αν χρειάζεται, τα συναισθήματα που σχετίζονται με το θυμό σας, όπως ενοχλημένος, έξαλλος, θυμωμένος, εξοργισμένος, οργισμένος, λυσσασμένος.
  3. Τις επικρίσεις σας του τύπου «πρέπει/δεν πρέπει» (τι θα έπρεπε να έχει συμβεί).
  4. Τα συναισθήματά σας που δεν σχετίζονται με τον θυμό, όπως απογοητευμένος, φοβισμένος, λυπημένος, μπερδεμένος.
  5. Τις ανάγκες σας (τη ζωτική σας ενέργεια, αυτό που θα θέλατε να βιώσετε).

Τώρα πηγαίνετε σε έναν καθρέφτη. Κοιτάξτε τον εαυτό σας στα μάτια και φωνάξτε τον πόνο σας (τα συναισθήματα και τις ανάγκες που αναγνωρίσατε στα 4. και 5. πιο πάνω). Για παράδειγμα: «Είμαι τόσο απογοητευμένος! Γιατί δεν μπορεί αυτό να είναι πιο εύκολο;! Χρειάζομαι ένα διάλειμμα! Έχω φτάσει στα όριά μου!» Σε αυτή την άσκηση, δείτε αν μπορείτε να παρατηρήσετε πότε βρίσκεστε σε κατάσταση επίκρισης και πότε σε κατάσταση πόνου (θα νιώθετε διαφορετικά). Εξασκηθείτε, εξασκηθείτε, εξασκηθείτε, μέχρι να καταφέρετε να ευθυγραμμίσετε την έντασή σας με την καρδιά σας.

Πρακτική 2 – Φωνάξτε σε έναν φίλο

Συνεχίστε την Πρακτική 1, μόνο που αυτή τη φορά εξασκηθείτε με φίλο/η σας ή με φίλο/η ενσυναίσθησης (που κατά προτίμηση δεν έχει σχέση με τον πόνο σας) και ακούστε τα σχόλιά του. Δείτε αν μπορούν να εντοπίσουν κάποιες επικρίσεις σας. Αν επανέλθετε σε κατάσταση επίκρισης, δοκιμάστε ξανά.

Αν οι φίλοι σας βλέπουν ή ακούν επικρίσεις που είστε σίγουροι ότι δεν τις νιώθετε, εξασκηθείτε στο να δημιουργήσετε μεγαλύτερη σαφήνεια για το ότι «απλώς φωνάζετε τον πόνο» σας. Αυτό μπορεί να απαιτεί ενσυναίσθηση προς τον άλλον.


Μετάφραση: Μαρία Αγγέλου