Η Θ Ε Ω Ρ Ι Α
Επιβράδυνση
Φανταστείτε ότι έχετε αρχίσει να μελετάτε μια ξένη γλώσσα, πχ. τα κινέζικα. Στη συνέχεια, φανταστείτε ότι σας ζητείται να συμμετάσχετε σε μια συζήτηση σε πραγματικό χρόνο σε αυτή τη γλώσσα, μετά από λίγες μόλις εβδομάδες μελέτης. Δεν θα ήταν δύσκολο; Iσως και αδύνατο.
Απ’ την άλλη, φανταστείτε να μπορούσατε να σταματήσετε ανάμεσα σε κάθε λεκτική ανταλλαγή και να αφιερώσετε λίγο χρόνο, στο να μεταφράσετε αυτό που ακούσατε, να κάνετε κάποια έρευνα, να σκεφτείτε τι θέλετε να πείτε, να εξασκηθείτε σε αυτό που πρόκειται να πείτε και στη συνέχεια να μιλήσετε… Θα ήταν πιο εφικτό, σωστά;
Θεωρώ ότι αυτή είναι μια εξαιρετική αναλογία για τη δουλειά που κάνουμε εδώ. Η γλώσσα της συμπόνιας είναι ένας νέος τρόπος να σκεφτόμαστε και να μιλάμε. Οπότε, έχει νόημα να την επιβραδύνουμε; Για μένα σίγουρα έχει.
Υπάρχει μια έκφραση: «αφιερώστε χρόνο στο να μυρίζετε τα τριαντάφυλλα». Στην προσπάθειά μας να κινηθούμε προς μια πιο συμπονετική ζωή, θα μπορούσαμε να την διασκευάσουμε σε «αφιερώστε χρόνο για να νιώσετε τα συναισθήματα».
Ο εγκέφαλός μας είναι γρήγορος. Είναι πραγματικά καταπληκτικός – ο απόλυτος βιολογικός υπερ-υπολογιστής. Αποκαλώ τον εγκέφαλό μου «Μαζεράτι». Μια Μαζεράτι είναι ένα εξαιρετικά γρήγορο αυτοκίνητο. Αν είχα ένα τέτοιο, θα μου ήταν δύσκολο να το αφήσω στο γκαράζ. Πιθανότατα θα το έβγαζα έξω και θα το οδηγούσα.
Νομίζω ότι μερικές φορές συμβαίνει το ίδιο με τον εγκέφαλό μας. Είναι πολύ καλός σε αυτό που κάνει και μας αρέσει να τον χρησιμοποιούμε. Το θέμα είναι ότι μπορεί να μας δημιουργεί προβλήματα όταν θελήσουμε να επιβραδύνουμε αρκετά για να εξασκηθούμε σε κάτι διαφορετικό – όπως το να νιώσουμε τα συναισθήματά μας, το να συσχετίσουμε τα συναισθήματά μας με τις ανάγκες μας, ή το να αναρωτηθούμε τι νιώθουν και τι χρειάζονται οι άλλοι.
Έτσι, αν θέλουμε να δώσουμε στον εαυτό μας το δώρο της συμπόνιας, είναι χρήσιμο να δώσουμε στον εαυτό μας το δώρο του χρόνου και του χώρου. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα στα πρώτα βήματα της πρακτικής μας – ακριβώς όπως όταν μαθαίνουμε μια νέα γλώσσα: στην περίπτωσή μας, τη γλώσσα της συμπόνιας.
Φανταστείτε ότι βρίσκεστε σε ένα αυτοκίνητο και πηγαίνετε με 160 χιλιόμετρα την ώρα, κατευθυνόμενοι προς έναν τεράστιο τοίχο από τούβλα. Μήπως θα θέλατε να βγείτε από το αυτοκίνητο ή να επιβραδύνετε αρκετά ώστε να πάτε προς μια νέα κατεύθυνση;
Ξέρω ότι για μένα, όταν εκνευρίζομαι ή θυμώνω (ιδιαίτερα με ανθρώπους που είναι σημαντικοί για μένα), νιώθω σαν να βρίσκομαι σε αυτό το αυτοκίνητο. Και όταν δεν σταματήσω ή δεν επιβραδύνω, πάντα το μετανιώνω. Πάντα. Γι’ αυτό έχω μάθει να το επιβραδύνω. Να επιβραδύνω πολύ.
Επιβραδύνω…
… κι άλλο…
… κι άλλο.
Όταν καταφέρω να σταματήσω τον εαυτό μου ή να επιβραδύνω ενώ αλληλεπιδρώ με κάποιον, μπορώ να δημιουργήσω το χρόνο και το χώρο για να βρω τη συμπόνια μου και να κάνω χώρο για να βάλω σε εφαρμογή αυτό που μελετάμε. Μπορώ να αναρωτηθώ: «Τι είναι αυτό;», «Τι αισθάνομαι;», «Τι θέλω να βιώσω αυτή τη στιγμή και δεν το βιώνω;». Σιγά σιγά, μπορώ να φτάσω στην ανάγκη μου που δεν ικανοποιείται, να αρχίσω να αναρωτιέμαι ποιες είναι οι ανάγκες του άλλου και να ενεργοποιήσω τον συμπονετικό εαυτό μου.
Ανακάλυψα ότι το να σταματήσω μια συζήτηση ή μια διαφωνία είναι ένα από τα μεγαλύτερα δώρα που μπορώ να κάνω στον εαυτό μου και στους γύρω μου. Όχι λέγοντας «Άει στο διάολο! Φεύγω από εδώ!» – περισσότερο κάτι σαν «Νιώθω πολύ αναστατωμένος αυτή τη στιγμή και χρειάζομαι λίγο χώρο για να σκεφτώ τι θέλω να πω».
Βέβαια, ξέρω ότι αυτή η επιβράδυνση δεν είναι τόσο εύκολη στην πράξη. Ωστόσο, είναι ευκολότερο από μια λογομαχία στα κινέζικα… και λιγότερο επώδυνο από το να συγκρουστώ με έναν τοίχο από τούβλα οδηγώντας με 100 μίλια την ώρα.
Σ Τ Η Ν Π Ρ Α Ξ Η
Επιβράδυνση για επιβράβευση
Πριν από τις σπουδές μου στη συμπονετική ζωή, είχα τη συνήθεια να μπλέκω σε καυγάδες με το γιο μου. Όταν είχαμε μια διαφωνία, βάζαμε τις φωνές ο ένας στον άλλο. Αυτό συνήθως έφτανε σε ένα κρεσέντο και καταλήγαμε γεμάτοι θυμό και πόνο.
Μετά από αρκετούς μήνες μελέτης με τον μέντορά μου, τον Μάρσαλ Ρόζενμπεργκ, ήλπιζα να αλλάξω αυτή τη δυναμική με τον γιο μου. Όσο κι αν προσπαθούσα, δεν μπορούσα να βρω τις κατάλληλες λέξεις που να μας φέρουν πιο κοντά. Όταν προσπαθούσα να είμαι συναισθητικός, φαινόμουν ψεύτικος και όχι ειλικρινής. Δεν ήμουν ειλικρινής επειδή συνήθως ήμουν ακόμα θυμωμένος και πλημμυρισμένος από σκέψεις τύπου έπρεπε/δεν έπρεπε.
Σκέφτηκα ότι χρειαζόμουν περισσότερο χρόνο για να το επεξεργαστώ.
Εκείνη την εποχή είχα επίσης διαβάσει για το θυμό στο βιβλίο «Συναισθηματική νοημοσύνη» του Daniel Goleman. Στο βιβλίο εξηγεί ότι ορισμένες χημικές ενώσεις απελευθερώνονται στο σώμα μας όταν θυμώνουμε. Όσο περισσότερο χρόνο μένουμε θυμωμένοι, τόσο περισσότερες χημικές ουσίες. Ακόμη και μια στιγμή θυμού απελευθερώνει μια εικοσάλεπτη προμήθεια. Αυτές οι χημικές ουσίες, όπως αποδεικνύεται, στην πραγματικότητα μειώνουν την ικανότητά μας να σκεφτόμαστε, ενώ αυξάνουν την ικανότητά μας να ενεργούμε· όχι και τόσο καλός συνδυασμός όταν προσπαθούμε να χρησιμοποιήσουμε την νέα μας γλώσσα στη διάρκεια ενός θερμού επεισοδίου.
Έτσι έδωσα στον εαυτό μου μια υπόσχεση. Κάθε φορά που θα ένιωθα θυμό, θα έδινα χώρο και χρόνο στον εαυτό μου για να συνέλθω από την πτώση των διανοητικών μου ικανοτήτων. Το έκανα αυτό αποσυρόμενος τουλάχιστον είκοσι λεπτά μετά από μια «επίθεση θυμού». Την επόμενη φορά που ο γιος μου και εγώ διαφωνήσαμε, η κατάσταση εκτυλίχθηκε ως εξής:
«Κόλιν, Πραγματικά δεν θέλω να ξαναμιλήσω έτσι. Χρειάζομαι χρόνο για να ανασυνταχθώ, οπότε είμαι ανοιχτός στο να το ξαναδοκιμάσω σε είκοσι λεπτά».
«Αυτό είναι γελοίο», απάντησε και βγήκε από το δωμάτιο. Κατά τη διάρκεια της απουσίας του έδωσα πρώτα ενσυναίσθηση στον εαυτό μου και μετά αναρωτήθηκα τι πρέπει να νιώθει και να έχει ανάγκη ο Κόλιν. Αργά, προσεκτικά, μπόρεσα να ξεκινήσω την εξερεύνησή μου.
Είκοσι λεπτά αργότερα επέστρεψε. Αρχίσαμε να μιλάμε. Μετά από περίπου τριάντα δευτερόλεπτα, φωνάζαμε πάλι. Σταμάτησα. «Κόλιν, πραγματικά δεν θέλω να μιλάμε έτσι. Χρειάζομαι άλλα είκοσι λεπτά».
Με ένα βλέμμα μεταξύ δυσπιστίας και απογοήτευσης, έφυγε ξανά. Έδωσα στον εαυτό μου περισσότερη ενσυναίσθηση, περισσότερη σύνδεση – και ένα όραμα για το πώς ήθελα να είναι η ζωή μου σε τέτοιες στιγμές. Συνέχισα να εστιάζω στον εαυτό μου και να οραματίζομαι τις ανάγκες μου για αρμονία, κατανόηση και σύνδεση.
Ο Κόλιν επέστρεψε για την επόμενη προσπάθειά μας και για τρίτη φορά αρχίσαμε να φωνάζουμε. Ζήτησα άλλο ένα εικοσάλεπτο διάλειμμα. Αυτή τη φορά ο Κόλιν αναφώνησε: «Δεν θα ξαναγυρίσω ποτέ!» Έφυγε από το δωμάτιο, χτυπώντας την πόρτα πίσω του.
Καθόμουν εκεί και αναρωτιόμουν αν αυτό θα λειτουργούσε ποτέ· αμφέβαλλα για τον εαυτό μου και για την όλη προοπτική να έχω ένα νέο είδος σχέσης με τον γιο μου. Αγωνιζόμουν, σαν άνθρωπος που παλεύει με τα κύματα και προσκολλάται σε έναν βράχο. Πάλευα να μην κάνω τίποτα, εκτός από τη διαδικασία της ενσυναίσθησης προς τον εαυτό μου και προς τον Κόλιν.
Ξαφνιάστηκα όταν, είκοσι λεπτά αργότερα, επέστρεψε. Αυτή τη φορά «συγκρατηθήκαμε» και ολοκληρώσαμε τη συζήτηση χωρίς ξεσπάσματα. Δεν ήταν τέλειο. Δεν ήταν εύκολο, αλλά λειτούργησε. Καταφέραμε να σταματήσουμε τις φωνές και τους τσακωμούς.
Ήταν μια κομβική στιγμή στη σχέση μας. Και ναι, προέκυψαν συγχίσεις και μετά από αυτό, αλλά σε γενικές γραμμές, κρατήσαμε την πορεία μας και μεταμορφώσαμε τον τρόπο που είμαστε ο ένας με τον άλλον ακόμα και σήμερα, πάνω από 20 χρόνια αργότερα.
Εκ των υστέρων, μου είναι ξεκάθαρο ότι ήταν η διαδικασία της επιβράδυνσης που έκανε τη διαφορά. Όπως όταν ανεβαίνουμε μια σκάλα, η επιβράδυνση ήταν το σκαλί για να φτάσουμε στο επόμενο μέρος…. Το μέρος όπου μπορούσαμε και να εκφραστούμε και να επιτρέψουμε στη συμπόνια που υπήρχε πάντα μέσα μας, να γίνει μέρος της ζωής μας.
Ε Ξ Α Σ Κ Η Σ Η
Πρακτική 1 – Βρείτε τη στιγμή σας
Θυμηθείτε μια φορά που ήσασταν έτοιμοι να «τα πάρετε». Επανεξετάστε τη στιγμή στο μυαλό σας. Παρατηρήστε πώς αισθάνεται το σώμα σας, παρατηρήστε την ένταση ή τις σκέψεις που εμφανίζονται τις στιγμές που βρίσκεστε σε εκείνο το σημείο. Ίσως θελήσετε να καταγράψετε τις εμπειρίες σας σε ημερολόγιο σαν έναν τρόπο να ανακαλέσετε και να εμβαθύνετε την επίγνωσή σας.
Στη συνέχεια, σκεφτείτε μια «προειδοποιητική φράση» που μπορείτε να λέτε στον εαυτό σας από δω και στο εξής, όταν τον πιάνετε να αναστατώνεται – έναν τρόπο να δώσετε στον εαυτό σας χώρο για να αναρωτηθεί: «Τι συμβαίνει;»
Σκεφτείτε ένα μήνυμα ή μια φράση που μπορείτε να λέτε στον εαυτό σας και που θα σας βοηθάει να βγαίνετε από τη λεωφόρο της αναστάτωσης και να μπαίνετε στο μονοπάτι της συναισθητικής σκέψης και της επίγνωσης.
Μπορείτε να χρησιμοποιείτε φράσεις όπως «Τι συμβαίνει;» ή «Ωχ, αυτό δεν δουλεύει» ή «Αυτή είναι μια από αυτές τις στιγμές», ό,τι σας βολεύει. Ο στόχος είναι να βοηθήσετε τον εαυτό σας να στραφεί σε μια διαδικασία συμπονετικής κατανόησης του εαυτού σας και των άλλων.
Πρακτική 2 – Βρείτε τις λέξεις σας
Εξερευνήστε τι θα μπορούσατε να λέτε όταν έρθει αυτή η στιγμή. Πώς θα μπορούσατε να επιβραδύνετε τη συζήτησή σας και να δημιουργήσετε τον ζωτικό χρόνο και χώρο για να συνδεθείτε με τη συμπόνια που περιμένει μέσα σας; Για παράδειγμα:
«Πραγματικά δεν θέλω να μιλάω έτσι. Χρειάζομαι λίγο χρόνο».
«Είμαι πολύ αναστατωμένη και δεν θέλω να πω κάτι που θα μετανιώσω, γι’ αυτό χρειάζομαι λίγο χρόνο για να ηρεμήσω».
«Σ’ αγαπώ πολύ και πραγματικά δεν θέλω να μιλάω έτσι. Χρειάζομαι λίγο χρόνο για να σκεφτώ».
«Δεν μπορώ να σκεφτώ έναν τρόπο να απαντήσω που θα μας βοηθήσει αυτή τη στιγμή. Χρειάζομαι ένα διάλειμμα – και να μιλήσουμε όταν θα είμαι πιο ήρεμος».
ΠΡΟΣΟΧΗ:
1) Μην ρωτάτε, πείτε το. Αν ζητήσουμε άδεια, πιθανότατα δεν θα την πάρουμε. Συχνά, το άλλο άτομο θα μας ενθαρρύνει να παραμείνουμε στη συζήτηση. Πιθανότατα θα χρειαστεί κάποια συμπονετική αποφασιστικότητα για να δημιουργήσουμε τον χρόνο και τον χώρο που χρειαζόμαστε. Είναι ιδιαίτερα δύσκολο τις πρώτες φορές.
2) Εξασκηθείτε εκ των προτέρων, ώστε να έχετε τις λέξεις που χρειάζεστε στη διάθεσή σας. Κάντε δικές σας αυτές τις λέξεις – να θυμάστε ότι λέγονται για να δημιουργήσουν συμπόνια και σύνδεση. Εξηγήστε το στους άλλους. Μπορεί να σας ευχαριστήσουν αργότερα.
3) Διαβεβαιώστε το άλλο άτομο ότι θέλετε να συνεχίσετε. Ίσως ακόμη και να ορίσετε συγκεκριμένη ώρα για να ξαναβρεθείτε. Να θυμάστε ότι στο άλλο άτομο ένα αόριστο «αργότερα» μπορεί να ακουστεί ως «ποτέ».
Μετάφραση: Μαρία Αγγέλου