Η Θ Ε Ω Ρ Ι Α
Συμφωνίες αντί κανόνων
Ακόμα μια ματιά στο «πρέπει» και το «δεν πρέπει»
Η κοινωνικοποίηση, για τους περισσότερους από εμάς, στηρίχθηκε σε κανόνες· κανόνες που έπρεπε να ακολουθήσουμε, αλλιώς θα τιμωρούμασταν.
Όπως έχουμε συζητήσει, όλες οι σκέψεις και οι συμπεριφορές είναι σχεδιασμένες για να ικανοποιούν ανάγκες, και σ’ αυτό μπορούμε να συμπεριλάβουμε και τη δημιουργία κανόνων αλλά και τη ζωή βάσει κανόνων. Οι κανόνες μας βοηθούν να συνυπάρχουμε. Μας βοηθούν να έχουμε σαφήνεια, να συνεννοούμαστε και να έχουμε κοινή αντίληψη πραγματικότητας.
Όμως, μερικές φορές οι κανόνες μάς αποξενώνουν. Στην προσπάθειά μου να ζω με συμπόνια, έμαθα να εξετάζω τους κανόνες της ζωής μου και να αποφασίζω αν με εξυπηρετούν (εμένα αλλά και τους άλλους) στο βαθμό που θα ήθελα ή όχι. Όταν αξιολογώ τους κανόνες στη ζωή μου με αυτόν τον τρόπο, μπορώ να αναρωτηθώ αν διαφορετικές στρατηγικές θα μπορούσαν να καλύπτουν τις ίδιες ανάγκες με έναν πιο συμπονετικό, συνδεδεμένο και αποτελεσματικό τρόπο.
Η φύση των κανόνων
Οι κανόνες, εξ ορισμού, είναι στατικοί. Στη σφαίρα των κανόνων, οι πράξεις μου αναμένεται να συμμορφώνονται με τους κανόνες. Σε ορισμένες περιπτώσεις, το βρίσκω αυτό πολύ χρήσιμο· υπηρετεί τη ζωή. Για παράδειγμα, χαίρομαι που όλοι μας σταματάμε στα κόκκινα φανάρια και περνάμε όταν γίνονται πράσινα. Ο κανόνας αυτός με προστατεύει (ασφάλεια) και συμβάλλει στην αρμονία και τη συνεργασία όλων. Έτσι, όταν εξετάζω τους κανόνες οδικής κυκλοφορίας μέσα από το πρίσμα των αναγκών μου, μου φαίνεται ότι λειτουργούν καλά και για μένα και για τους γύρω μου.
Σε άλλες περιπτώσεις, μου προκύπτει ότι η στατική φύση των κανόνων μπορεί να λειτουργήσει με τρόπους που δεν συμβάλλουν στις ανάγκες μου ή στις ανάγκες των ανθρώπων γύρω μου. Για παράδειγμα, έχουμε έναν κανόνα στη Νέα Υόρκη (όπως σε πολλά μέρη) ότι αν κάποιος πάρει κάτι που δεν του ανήκει, τιμωρείται με φυλάκιση. Στο βαθμό που αυτός ο κανόνας μπορεί να αποθαρρύνει τους ανθρώπους από το να παίρνουν τα πράγματά μου, μπορώ να δω ότι ικανοποιεί ανάγκες για μένα· σε κάποιο βαθμό.
Υπάρχουν όμως και ανάγκες μου στις οποίες δεν συμβάλλει αυτός ο κανόνας.
Μέσω των κανόνων ίσως στερούμαστε επιλογών, και κάποιες ανάγκες μας μπορεί να μένουν ακάλυπτες.
Σε όλη μου τη ζωή, δεν έχω δει ποτέ κάποιον να παίρνει κάτι που δεν του ανήκε, εκτός αν πονούσε ή από λάθος. Δεν έχω συναντήσει ποτέ κάποιον που να ενεργεί με τρόπο που να είναι αντίθετος με τις ανάγκες κάποιου άλλου, εκτός αν ήταν η καλύτερη ενέργεια που μπορούσε να σκεφτεί εκείνη τη στιγμή.
Όταν βλέπω τα πράγματα με αυτόν τον τρόπο, μου έρχεται στο μυαλό ότι οι κανόνες που έχουμε δημιουργήσει σχετικά με την «κλοπή» και την «τιμωρία» δεν στηρίζουν τις αξίες μου για φροντίδα, κατανόηση ή αποτελεσματικότητα όσο άλλες ιδέες. Επειδή είναι στατικοί, οι κανόνες αυτοί δεν λαμβάνουν υπόψη τις ατομικές μας συνθήκες ή την ανθρωπιά μας – και έτσι, κατά τη γνώμη μου, αυτοί οι κανόνες δεν υπηρετούν τη ζωή (δεν καλύπτουν ανάγκες).
Όπως συζητήσαμε στο κεφ. 17, η ιδέα της επανορθωτικής δικαιοσύνης προσφέρει έναν νέο τρόπο αντιμετώπισης των ανθρώπων που έχουν παραβιάσει το νόμο. Ως εναλλακτική λύση στη φυλακή, τους παρέχει τρόπους για να ικανοποιήσουν τις ανάγκες τους που είναι λιγότερο κοστοβόροι τόσο για τους ίδιους όσο και για τους γύρω τους.
Για παράδειγμα, το δικαστήριο μπορεί να τους προσφέρει την ευκαιρία να μάθουν επαγγελματικές δεξιότητες, όπως μαγειρική, ξυλουργική ή δεξιότητες πληροφορικής – για να τους δώσει ελπίδα. Αυτή η μορφή δικαιοσύνης ταιριάζει με τις αξίες μου για φροντίδα και συμπόνια, και είναι πιθανό να συμβάλει και στην ασφάλειά μου – διότι οι άνθρωποι που εργάζονται και αισιοδοξούν για το μέλλον είναι λιγότερο πιθανό να θέλουν να μου πάρουν τα πράγματά μου.
Η στέρηση της επιλογής
Εκτός από την τροφοδότηση του θυμού, η σκέψη «πρέπει/δεν πρέπει» μπορεί να περιορίσει την ικανότητά μου να επιλέγω. Για παράδειγμα, αν σκέφτομαι ότι «θα έπρεπε να γυμνάζομαι», η άσκηση δεν αποτελεί συνειδητή επιλογή. Θα μπορούσατε να πείτε ότι γίνομαι το πιόνι της σκέψης μου. Επειδή οι επιθυμίες και οι ανάγκες μου δεν είναι πιθανό να βρίσκονται στη συνείδησή μου όταν σκέφτομαι ότι «πρέπει να γυμναστώ», μπορώ εύκολα να χάσω την έμπνευσή μου και να γίνω ακόμη και αγανακτισμένος.
Όταν έρχομαι σε επαφή με τις ανάγκες μου σχετικά με τη σκέψη ότι «πρέπει» να γυμναστώ, μπορεί να διαπιστώσω ότι σκέφτομαι ότι «πρέπει» ως μια προσπάθεια να ικανοποιήσω την ανάγκη μου για έμπνευση, για παρακίνηση του εαυτού μου. Μπορεί επίσης να συνειδητοποιήσω ότι θέλω να παρακινήσω τον εαυτό μου να ασκηθεί επειδή θέλω να είμαι πιο υγιής και να έχω περισσότερη ενέργεια. Με το να είμαι σε επαφή με τον εαυτό μου, μπορώ να συνδεθώ με την επιθυμία μου να έχω κίνητρο και την επιθυμία μου για ενέργεια και υγεία – για να ζήσω μια εμπνευσμένη, μεγαλύτερη, ζωή γεμάτη ζωντάνια.
Μπορεί επίσης να συνειδητοποιήσω ότι η άσκηση μπορεί να ΜΗΝ ικανοποιεί άλλες ανάγκες, όπως η σύνδεση, η κοινότητα και η ευκολία, οπότε μπορεί να θέλω να εξετάσω και αυτές τις ανάγκες.
Συμμετέχοντας σε αυτή τη διερεύνηση, μετασχηματίζω την εμπειρία του «πρέπει να ασκηθώ» σε μια σαφέστερη κατανόηση του εαυτού μου, αυξάνοντας έτσι την ικανότητά μου να κάνω επιλογές που λειτουργούν για μένα, με βάση τις ανάγκες μου.
Με περισσότερη επίγνωση, ίσως συνειδητοποιήσω ότι θα προτιμούσα να κάνω κάτι άλλο για να καλύψω αυτές τις ανάγκες, όπως πεζοπορία ή αλλαγή διατροφής. Ίσως συνειδητοποιήσω ότι θέλω να ενταχθώ σε μια κοινότητα ομοϊδεατών σε ένα μάθημα ή μια λέσχη που θα με βοηθήσει να παραμείνω εμπνευσμένος και συνδεδεμένος. Μπορώ να παραμείνω κινητοποιημένος μέσω της σύνδεσής μου με τις ανάγκες μου και να επιλέξω να γυμναστώ (μια πολύ διαφορετική εμπειρία από το να γυμναστώ επειδή «πρέπει»).
Συμφωνίες
Μου αρέσει να σκέφτομαι τις συμφωνίες ως το αποτέλεσμα της κοινής μας αντίληψης σχετικά με το ποιές ενέργειες θα κάνουμε για να καλύψουμε τις ανάγκες μας. Σύμφωνα με αυτόν τον ορισμό, μπορούμε να αλλάξουμε την κοινή μας αντίληψη καθώς αλλάζουν οι συνθήκες ή η «ικανοποίηση» των αναγκών μας.
Αυτός ο ορισμός των συμφωνιών «ανεβάζει τον πήχη» στο επίπεδο κατανόησης που χρειαζόμαστε και μας καλεί να «συνδεθούμε» πριν «διορθώσουμε»: να κατανοήσουμε τις ανάγκες πίσω από τις συμφωνίες και να κατευθύνουμε την προσοχή και τις ενέργειές μας με βάση αυτές τις ανάγκες, αντί να εστιάζουμε σε έναν στατικό κανόνα.
Όσο πιο ξεκάθαρα συνειδητοποιούμε τις ανάγκες μας, τόσο πιο πιθανό είναι ότι θα μπορέσουμε τις ικανοποιήσουμε, αντί να γινόμαστε υπηρέτες ενός κανόνα.
Σ Τ Η Ν Π Ρ Α Ξ Η
Μετακίνηση από τους κανόνες στις ανάγκες
Όταν έγινα πιστοποιήθηκα ως εκπαιδευτής από το Κέντρο Μη Βίαιης Επικοινωνίας (CNVC), υπέγραψα τη συμφωνία που υπογράφουν όλοι οι εκπαιδευτές. Δήλωνε ότι θα επικοινωνούσα με τους τοπικούς πιστοποιημένους εκπαιδευτές πριν προσφέρω εκπαιδεύσεις την περιοχή όπου εργάζονται ή ζουν. Το σημείο αυτό της συμφωνίας είχε σκοπό να στηρίξει ένα επίπεδο συνεργασίας και εκτίμησης.
Ως πιστοποιημένος εκπαιδευτής στη Νέα Υόρκη, περίμενα ότι θα άκουγα από τους πολλούς εκπαιδευτές που ήρθαν στη Νέα Υόρκη από όλη τη χώρα. Ανυπομονούσα για την κοινή κατανόηση, τη συνεργασία και τη χαρά που φανταζόμουν ότι θα βίωνα.
Καθώς περνούσε ο καιρός, έλαβα πολλές μαζικές διαφημίσεις μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου από εκπαιδευτές που έρχονταν στη Νέα Υόρκη για να προσφέρουν εκπαιδεύσεις. Σε μια περίοδο τεσσάρων ετών, περισσότεροι από δέκα εκπαιδευτές ξεκίνησαν να προσφέρουν εκπαιδεύσεις εδώ. Από αυτούς τους εκπαιδευτές, ένας μόνο επικοινώνησε μαζί μου.
Όπως μπορείτε να φανταστείτε, ενοχλήθηκα, απογοητεύτηκα και τελικά έχασα τις ελπίδες μου. Ένιωθα βαθιά απογοήτευση για την κοινότητα της οποίας είχα γίνει μέλος.
Κάποια στιγμή, σκέφτηκα να εγκαταλείψω την κοινότητα σε μια κρίση απόγνωσης. Ήμουν δυστυχισμένος με τη σκέψη μου ότι «αφού όλοι είχαμε υπογράψει αυτή τη συμφωνία και κανείς δεν επικοινωνούσε μαζί μου, δεν υπήρχε ακεραιότητα σε αυτή την κοινότητα».
Τότε, μου πέρασε από το μυαλό μου είχε εστιάσει στους κανόνες και ότι ίσως θα με εξυπηρετούσε καλύτερα αν σκεφτόμουν με όρους συναισθημάτων και αναγκών.
Με αυτή τη νέα συνειδητοποίηση, αναγνώρισα ότι βαθιά μέσα μου ήμουν συντετριμμένος, επειδή ήλπιζα σε μια νέα εμπειρία σύνδεσης που απλά δεν συνέβαινε. Ήμουν επίσης προσκολλημένος στην προσδοκία ότι αν όλοι ακολουθούσαν τους κανόνες, οι ανάγκες μου θα είχαν ικανοποιηθεί θαυμάσια. Με το να «κεντράρω τον εαυτό μου στις ανάγκες» (βλ. Κεφ. 29) συνειδητοποίησα δύο πράγματα:
Πρώτον, μπορούσα να ενεργήσω για να ικανοποιήσω τις ανάγκες μου. Δεν χρειαζόταν να εξαρτώμαι από «τους κανόνες» ή από το αν οι άλλοι τους ακολουθούν.
Δεύτερον, λόγω της εστίασής μου στους κανόνες, είχα αγνοήσει τελείως τις ανάγκες των εκπαιδευτών που δεν επικοινωνούσαν μαζί μου.
Έτσι άρχισα να τηλεφωνώ στους άλλους εκπαιδευτές όταν λάμβανα τις διαφημίσεις τους. Μοιράστηκα τη σύγχυση και τον πόνο μου και προσπάθησα να κατανοήσω και τις δικές τους ανάγκες. Ανακάλυψα ότι οι περισσότεροι απλώς είχαν ξεχάσει τη συμφωνία που είχαν κάνει. Άλλοι ήταν γεμάτοι τρόμο και συντριβή, σκεπτόμενοι ότι μπορεί να τους ζητηθεί να μην προσφέρουν τις εκπαιδεύσεις τους, γεγονός που τους έφερε μεγάλο φόβο ότι η ευκαιρία τους να βρεθούν στη «μεγάλη σκηνή» της Νέας Υόρκης θα χανόταν.
Αυτή η συνειδητοποίηση άλλαξε εντελώς τον τρόπο σκέψης μου. Κατάλαβα ότι ήταν πιθανό ότι τη στιγμή που διάβασαν και υπέγραψαν τη συμφωνία (που συνήθως είναι λίγα μόλις λεπτά μετά την πιστοποίησή τους), ήταν απόλυτα λογικό να την υπογράψουν. Μου πέρασε επίσης από το μυαλό ότι οι συνάδελφοί μου εκπαιδευτές έκαναν πάντα ό,τι καλύτερο μπορούσαν, και η συμφωνία να επικοινωνήσουν μαζί μου είτε δεν υπήρχε πλέον στο μυαλό τους είτε δεν φαινόταν εφικτή γι’ αυτούς σε αυτή τη νέα στιγμή.
Αυτό που δέσποζε στη συνειδητότητά τους τώρα ήταν διαφορετικό – ήταν οι ανάγκες τους για επιλογή, σκοπό, αυτοέκφραση και ασφάλεια. Από αυτή την οπτική γωνία, έγινα πιο χαλαρός και συμπονετικός – πιο συνδεδεμένος με τις δικές μου αξίες για φροντίδα και αποδοχή. Έβλεπα τους συναδέλφους μου ως ανθρώπους που απλώς προσπαθούσαν να ικανοποιήσουν τις ανάγκες τους και να αποφύγουν τον πόνο, όπως κι εγώ.
Παρόλο που εξακολουθώ να βιώνω πόνο σχετικά με αυτή την κατάσταση, επιλέγω πλέον να την πενθώ. Μέσω του πένθους, συνδέομαι με τις ανάγκες μου για κοινότητα, υποστήριξη και συνεργασία που αγαπώ τόσο πολύ. Με αυτή την επίγνωση, φροντίζω για την ικανοποίηση αυτών των αναγκών, χωρίς να εξαρτώμαι από κανόνες. Μπορώ να κάνω αιτήματα (βλ. κεφ. 13 και κεφ. 15). Η απελπισία μου μειώνεται.
Η τήρηση των κανόνων και οι ίδιοι οι κανόνες αποκτούν λιγότερη σημασία σε σχέση με τις ανάγκες που ικανοποιούν ή δεν ικανοποιούν. Χρόνο με το χρόνο, όταν μπορώ να στρέψω την προσοχή μου στις ανάγκες μιας κατάστασης (όχι μόνο στους κανόνες) γίνομαι πιο συμπονετικός ,και συνήθως, μπορώ να σκεφτώ κάτι που δεν είχα σκεφτεί ποτέ πριν.
Περισσότερα θα έρθουν, καθώς το μάθημα της συμπόνιας συνεχίζεται.
Ε Ξ Α Σ Κ Η Σ Η
Πρακτική 1 – Εξέταση κανόνων
Σκεφτείτε μια κατάσταση όπου ακολουθείτε έναν κανόνα ή περιμένετε από κάποιον άλλο να ακολουθήσει έναν κανόνα και βιώνετε κάποιο πόνο.
Στη συνέχεια, γράψτε την ανάγκη ή τις ανάγκες που προσπαθείτε να ικανοποιήσετε με αυτόν τον κανόνα (ασφάλεια, αποτελεσματικότητα κ.λπ.).
Έπειτα, γράψτε ποιες ανάγκες ή αξίες δεν καλύπτονται από αυτόν τον κανόνα ή από την τήρησή του.
Τέλος, εστιάστε μέσα σας, να δείτε αν θα μπορούσατε να σκεφτείτε διαφορετικά για την κατάσταση. Δείτε αν μπορείτε να σκεφτείτε διαφορετικούς τρόπους για να ικανοποιήσετε όλες αυτές τις ανάγκες… ίσως καταργώντας αυτόν τον κανόνα ή αλλάζοντας τον σε μια συμφωνία μέσω ενός διαλόγου ή μέσω ενσυναίσθησης προς τον εαυτό.
Πρακτική 2 – Εξέταση συμφωνίας
Σκεφτείτε μια κατάσταση όπου τηρείτε μια συμφωνία ή περιμένετε από κάποιον άλλο να τηρήσει μια συμφωνία και βιώνετε κάποιο πόνο.
Στη συνέχεια, γράψτε την ανάγκη ή τις ανάγκες που προσπαθείτε να ικανοποιήσετε με αυτή τη συμφωνία (συνεργασία, φροντίδα κ.λπ.).
Έπειτα, γράψτε ποιες ανάγκες ή αξίες δεν ικανοποιούνται από αυτή τη συμφωνία ή από την τήρησή της.
Στη συνέχεια, δείτε αν μπορείτε να σκεφτείτε τρόπους να αλλάξετε αυτή τη συμφωνία ώστε να ικανοποιεί όλες αυτές τις ανάγκες.
Τέλος, αν νομίζετε ότι είστε έτοιμοι, μιλήστε με το άτομο με το οποίο έχετε αυτή την συμφωνία και δείτε αν μπορείτε να δημιουργήσετε μια βαθύτερη κατανόηση των αναγκών όλων και να καταλήξετε σε μια νέα συμφωνία που να λαμβάνει υπόψη και να ικανοποιεί περισσότερες ανάγκες.
Μετάφραση: Μαρία Αγγέλου