Η Θ Ε Ω Ρ Ι Α
Κατανόηση του θυμού:
Η μουσική παραμένει ίδια, ο χορός αλλάζει
«Δεν είναι οι άνθρωποι που με θυμώνουν.
Ο τρόπος που σκέφτομαι με θυμώνει».
Marshall B. Rosenberg
Πολλοί από εμάς έχουμε μεγαλώσει πιστεύοντας ότι θυμώνουμε εξαιτίας αυτών που κάνουν οι άλλοι. Κάποιοι πιστεύουν ότι είναι ένα απαραίτητο, φυσικό και χρήσιμο συναίσθημα. Πράγματι, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο θυμός μάς εξυπηρετεί. Κάποιες φορές μπορεί να σώσει τη ζωή μας ή τη ζωή των άλλων· άλλες φορές, ίσως όχι.
Με τα χρόνια, καθώς μελετούσα και ανέπτυσσα τη σχέση μου με τα συναισθήματα και τις ανάγκες, άρχισα να καταλαβαίνω ότι ο θυμός είναι ένα πολύ ιδιαίτερο συναίσθημα. Σε αντίθεση με άλλα συναισθήματα, είναι ένα μείγμα συναισθημάτων και σκέψεων – σκέψεις στις οποίες μπορώ να επιλέξω να εστιάσω ή όχι. Παρατηρώντας τις σκέψεις μου και επιλέγοντας σε ποιες σκέψεις θα ήθελα να δώσω προσοχή, μπορώ να βιώσω τα οφέλη που προσφέρει ο θυμός, χωρίς το τραγικό και συχνά καταστροφικό κόστος – για τον εαυτό μου και για τους άλλους.
Τι είναι ο θυμός;
Μπορούμε να σκεφτόμαστε τον θυμό ως έναν συνδυασμό μιας επικριτικής σκέψης και μιας ανεκπλήρωτης ανάγκης (ή αναγκών). Με λίγη σκέψη μπορείτε πιθανώς να τα εντοπίσετε και τα δύο (την επίκριση και τις ανάγκες που δεν καλύπτονται) σε οποιαδήποτε κατάσταση όπου είστε (ή ήσασταν) θυμωμένοι.
Για παράδειγμα, συνήθιζα να θυμώνω πολύ όταν είχα κολλήσει στην κίνηση. Αυτό συνέβαινε συχνά, επειδή είχα ανεκπλήρωτες ανάγκες για κίνηση, αποτελεσματικότητα και επιλογή. Είχα επίσης μια επικριτική σκέψη: ότι δεν θα έπρεπε να έχω κολλήσει στην κίνηση.
Μετά από λίγη εξάσκηση, όποτε συνειδητοποιούσα ότι ενεργοποιούνταν μέσα μου αυτό το είδος σκέψης, κατάφερνα να αλλάζω τις σκέψεις μου έτσι ώστε να μην έχω πλέον αυτή τη δυσάρεστη εμπειρία. Θα μπορούσατε να πείτε ότι έγινα πιο συνειδητός, με περισσότερη επίγνωση. Συνειδητοποίησα ότι η σκέψη «δεν θα έπρεπε να έχω κολλήσει στην κίνηση» δεν με εξυπηρετούσε. Συνειδητοποίησα ότι, παρόλο που δεν μου άρεσε απαραίτητα, το να κολλάω στην κίνηση ήταν ένα απολύτως φυσιολογικό και αναπόφευκτο μέρος της οδήγησης ενός αυτοκινήτου σε δρόμους όπου κι άλλοι άνθρωποι ήθελαν να πάνε προς την ίδια κατεύθυνση με μένα. Επίσης, κατά καιρούς, οι άνθρωποι έπεφταν ο ένας πάνω στον άλλο και έπρεπε να σταματήσουν για να φροντίσουν τον εαυτό τους και τα οχήματά τους.
Όταν το σκέφτηκα με αυτόν τον τρόπο, συνειδητοποίησα ότι δεν υπήρχε τίποτα «λάθος». Αυτό μου επέτρεψε να στρέψω την προσοχή μου στις ανάγκες μου. Όταν έδωσα προσοχή στις ανάγκες μου, μπορούσα να δω ότι έχανα την αίσθηση ότι είχα επιλογές και ότι οι ανάγκες μου για κίνηση και αποτελεσματικότητα ήταν σαφώς ανεκπλήρωτες.
Τώρα, όταν είμαι κολλημένος στην κίνηση, συνήθως καταφέρνω να βρω τρόπους να αντιμετωπίσω τις ανεκπλήρωτες ανάγκες μου ή να θρηνήσω ότι δεν θα ικανοποιηθούν όπως νόμιζα. Χρησιμοποιώ τον χρόνο για να σκεφτώ τη μέρα μου ή για να επικοινωνήσω με το κινητό μου τηλέφωνο. Μπορεί να ακούσω μουσική. Και ναι, εξακολουθώ να εκνευρίζομαι πού και πού, αισθητά λιγότερο όμως.
Το παραπάνω είναι ένα μικρό παράδειγμα, όμως οι έννοιες και οι πρακτικές που χρησιμοποιώ μπορούν να εφαρμοστούν και σε πολύ μεγαλύτερες εκδηλώσεις θυμού. Χάρη στις βασικές έννοιες και πρακτικές που μελετήσαμε σε αυτό το κεφάλαιο, έχουμε τα δομικά στοιχεία για να δημιουργήσουμε μια σημαντική αλλαγή στον τρόπο με τον οποίο προσεγγίζουμε και κινούμαστε στη ζωή μας και στις σχέσεις μας.
Παρά ταύτα, στη σφαίρα της συμπονετικής σκέψης, η εξάσκηση στη διαχείριση του θυμού είναι άσκηση «για δυνατούς λύτες». Είναι ένα απίστευτα δύσκολο εγχείρημα και συχνά μπορεί να χρειαστούν πολλές προσπάθειες πριν τα καταφέρουμε. Απαιτεί συνειδητότητα, επιβράδυνση, αυτο-ενσυναίσθηση, ενσυναίσθηση για τους άλλους και δημιουργικότητα – κι όμως, είναι εφικτό.
Η ευκαιρία μας
Σε όλους μας προσφέρεται αυτή ευκαιρία – όχι να σταματήσουμε να θυμώνουμε, αλλά να αντιμετωπίσουμε το θυμό μας και να τον επεξεργαστούμε με έναν καινούργιο, πιο ζωογόνο και πιο εποικοδομητικό τρόπο.
Είναι ένα θέμα με μεγάλο βάθος και ένα δύσκολο εγχείρημα. Επηρεάζει την προσωπική, την επαγγελματική και την πολιτική μας ζωή. Θα δουλέψουμε περισσότερο με το θυμό στη συνέχεια.
Σ Τ Η Ν Π Ρ Α Ξ Η
Ένα θαύμα στη Φιλαδέλφεια
Πριν από μερικά χρόνια, η σύντροφός μου κληρονόμησε κάποια έπιπλα από τη θεία της που ζούσε στη Φιλαδέλφεια (ΣτΜ: πρωτεύουσα της πολιτείας Πενσυλβάνια, ΗΠΑ). Μετά από κάποια σκέψη, αποφασίσαμε να νοικιάσουμε ένα φορτηγάκι και να τα παραλάβουμε μόνοι μας.
Έτσι, ένα κυριακάτικο πρωινό, ο γιος μου ο μεγάλος και εγώ ξεκινήσαμε για τη Φιλαδέλφεια, έχοντας αποφασίσει ότι δε χρειαζόμαστε βοήθεια. Ήταν μεγάλη διαδρομή από το σπίτι μας στα βόρεια της πολιτείας της Νέας Υόρκης, αν και αποδείχθηκε ότι ήταν μια όμορφη ηλιόλουστη μέρα και η διάθεσή μας ήταν ανεβασμένη.
Δυναμώσαμε το ραδιόφωνο και απολαύσαμε το ταξίδι μας με τη μουσική να μας συνοδεύει στο νοικιασμένο φορτηγάκι μας.
Τέσσερις ώρες αργότερα, βρισκόμασταν στο κέντρο της Φιλαδέλφειας. Όσο πλησιάζαμε στον προορισμό μας, οι δρόμοι γίνονταν όλο και πιο στενοί. Όταν πια φτάσαμε στον προορισμό μας, οι δρόμοι ήταν μικροσκοπικοί σε σύγκριση με το τεράστιο φορτηγάκι μας.
Πήρα την τελευταία στροφή στην οδό Πέρλ, και ο Κόλιν και εγώ κοιταχτήκαμε με τρόμο, καθώς συνειδητοποιήσαμε ότι ο δρόμος ήταν τόσο στενός που δεν θα μπορούσαμε να κάνουμε αναστροφή. Ο δρόμος ήταν στενός και είχε και παρκαρισμένα αυτοκίνητα στα πλάγια – ήταν ξεκάθαρο ότι θα ζοριζόμασταν.
Σε τριάντα μέτρα φτάσαμε σε ένα σημείο όπου ο δρόμος ήταν τόσο στενός που έπρεπε να κινούμαστε με ταχύτητες σαλιγκαριού. Ο γιος μου είχε κρεμάσει το κεφάλι του έξω από τη δεξιά πλευρά του φορτηγού και εγώ παρακολουθούσα την αριστερή, καθώς κυλούσαμε αργά στο στενό.
Στο πιο στενό σημείο, τον ρώτησα: «Είμαστε καλά;» Κούνησε το χέρι του μπρος-πίσω σε κάτι που μου φάνηκε σαν «προχώρα». Τη στιγμή που πάτησα το γκάζι, άκουσα τον θόρυβο του γυαλιού και πλαστικού που σπάζουν. Ταυτόχρονα συνειδητοποίησα ότι η χειρονομία του γιου μου σήμαινε «αποκλείεται». Είχαμε διαλύσει τον καθρέφτη ενός από τα παρκαρισμένα αυτοκίνητα.
Συνειδητοποιώντας τι είχε συμβεί, τράβηξα το φορτηγό στο πεζοδρόμιο, για να ρίξω μια ματιά και να αντιμετωπίσω την κατάσταση. Καθώς άνοιξα την πόρτα, ένας εξαιρετικά μεγαλόσωμος αξύριστος άνδρας φάνηκε να εμφανίζεται από το πουθενά. Ήταν έξαλλος. Με άρπαξε από το πουκάμισο και με τράβηξε έξω από το φορτηγό, στο πεζοδρόμιο. Καθώς πάλευα να απελευθερωθώ από τη λαβή του, με έσυρε στο δρόμο, ενώ ο γιος μου κοιτούσε με τρόμο.
Άρχισε να με χτυπάει στο πρόσωπο με τη γροθιά του. Ένα πλήθος άρχισε να σχηματίζεται και να τον επευφημεί. Καθώς συνέχιζε το χτύπημα, το αίμα άρχισε να στάζει από το μέτωπό μου στα μάτια μου και ζαλιζόμουν. Έμοιαζε σαν να επρόκειτο να με ξυλοκοπήσουν μέχρι θανάτου ακριβώς εκεί, μπροστά στα μάτια του γιου μου.
Σε μια στιγμή διαύγειας, θυμήθηκα ότι είχα το κινητό μου τηλέφωνο στην τσέπη μου. Ανασκουμπώθηκα για να ξαναβρώ την ισορροπία μου και έτρεξα μακριά του ενώ καλούσα το 911, επιστρέφοντας πίσω προς το γιο μου και προς το φορτηγό ενώ μιλούσα στον τηλεφωνητή. Το πλήθος διαλύθηκε σα φοβισμένο σμήνος πουλιών καθώς έτρεξα πίσω στο φορτηγό και μπήκα μέσα. Ο γιος μου ήταν εκεί και περίμενε… άφωνος από τον τρόμο.
Καθώς κοίταξα κάτω για να γυρίσω το κλειδί στη μίζα για να ξεφύγουμε, συνειδητοποίησα ότι το κλειδί είχε εξαφανιστεί. Είχαμε παγιδευτεί. Κοίταξα ψηλά και παρατήρησα ότι οι δρόμοι ήταν πλέον εντελώς άδειοι. Ξαφνικά, η γειτονιά έμοιαζε με πόλη-φάντασμα – ούτε μια ψυχή στον ορίζοντα.
Για δεκαπέντε λεπτά περιμέναμε… ίσως τα βραδύτερα δεκαπέντε λεπτά της ζωής μου.
Όσο περιμέναμε, φτιάξαμε το σχέδιο διαφυγής μας, σε περίπτωση που ο άνδρας που μου είχε επιτεθεί επέστρεφε. Εγώ θα έτρεχα στο δρόμο για να τραβήξω την προσοχή του, ενώ ο γιος μου θα έσκυβε πίσω από έναν κοντινό κάδο απορριμμάτων. Του έδωσα το κινητό μου και περιμέναμε, σαρώνοντας τον εγκαταλελειμμένο δρόμο. Καθισμένος εκεί μέσα στην έντονη σιωπή, συνειδητοποίησα την ειρωνεία του να βρίσκομαι σε αυτή την κατάσταση σε μια τόσο όμορφη, ζεστή και ηλιόλουστη μέρα.
Ξαφνικά, η σιωπή διακόπηκε από ένα βαν χωρίς παράθυρα, καλυμμένο με γκράφιτι, που φρενάρισε στο τέλος του δρόμου. Ετοιμαστήκαμε για τη διαφυγή μας. Καθώς οι πίσω πόρτες του βαν άνοιξαν, ο φόβος μας μετατράπηκε σε σοκ. Οκτώ αστυνομικοί, ντυμένοι με πλήρη προστατευτικό εξοπλισμό, ξεχύθηκαν από το όχημα και κάλυψαν το δρόμο με στρατιωτικό τρόπο. Παρακολουθούσαμε, αμφιταλαντευόμενοι μεταξύ φόβου και ανακούφισης. Ένας από τους αστυνομικούς έκανε μια χειρονομία με το χέρι του, κάνοντάς μας νόημα να κρυφτούμε μέσα στο φορτηγάκι. Δύο από τους αστυνομικούς κράτησαν τις θέσεις τους, ενώ οι άλλοι μπήκαν μέσα στο στενό και μετά από λίγο εξαφανίστηκαν. Περιμέναμε και παρακολουθούσαμε, καθώς εκτυλισσόταν αυτή η μάλλον σουρεαλιστική κατάσταση.
Πέντε ολόκληρα λεπτά αργότερα, δύο αστυνομικοί επέστρεψαν με το κλειδί του φορτηγού και τον δράστη να στέκεται ανάμεσά τους με χειροπέδες. Ένας τρίτος αστυνομικός μας πλησίασε. Μου εξήγησε ότι το αυτοκίνητο που είχαμε χτυπήσει ανήκε σε αυτόν τον άνθρωπο· όπως έμαθα αργότερα, ήταν το μόνο πράγμα που του ανήκε. Ήταν άστεγος και κοιμόταν σε αυτό. Ο αστυνομικός συνέχισε να εξηγεί ότι το αυτοκίνητο δεν λειτουργούσε καν και ήταν χωρίς πινακίδες και ασφάλιση. Με ρώτησε αν ήθελα να υποβάλω μήνυση.
Κοίταξα πάνω από τον ώμο του αστυνομικού τον άνδρα που με είχε χτυπήσει. Παρόλο που θα μου φαινόταν φυσικό να απαντήσω στον θυμό του με περισσότερο δικό μου θυμό, συνέβη κάτι εντελώς απροσδόκητο.
Το μόνο που μπορούσα να δω ήταν ο πόνος του. Φαινόταν απελπισμένος, πλαισιωμένος από τους δύο μεγαλόσωμους αστυνομικούς, καθώς κοιτούσε το έδαφος μπροστά του. Το μόνο που μπορούσα να δω ήταν χρόνια ατυχίας στο πρόσωπό του, τον πόνο που είχε βιώσει… και, εκείνη τη στιγμή, μπορούσα να τον καταλάβω: το να βλέπει το αυτοκίνητό του, το προπύργιο της ασφάλειάς του και το μοναδικό του στήριγμα σε αυτόν τον πλανήτη να καταστρέφεται, τον είχε στείλει στα άκρα.
Ναι, ήμουν δαρμένος· αλλά ήμουν ασφαλής. Κι ο γιος μου ήταν ασφαλής. Θα επέστρεφα στο σπίτι μου και στην οικογένειά μου και η ζωή μου θα επέστρεφε στο φυσιολογικό. Οι πληγές μου θα επουλώνονταν.
Καθώς κοίταζα στο δρόμο προς αυτόν τον αλυσοδεμένο άνδρα, κάτι ξεκαθάρισε μέσα μου. Θα αρνιόμουν να γίνω μέρος της συνέχισης του πόνου ή του θυμού του· του πόνου που ήταν τόσο μεγάλος, που ξεχείλισε πάνω μου και του θυμού του που επρόκειτο να κάνει τη ζωή του ακόμη χειρότερη.
Είπα στον αστυνομικό ότι ήθελα να μιλήσω με τον άνδρα που είχαν συλλάβει. Ο αξιωματικός απάντησε με ένα δύσπιστο βλέμμα. «Όχι, δεν θέλετε», είπε με σιγουριά. Πήρα μια βαθιά ανάσα, τον κοίταξα κατευθείαν στα μάτια και του απάντησα. «Ναι, θέλω. Μετά από μερικά δευτερόλεπτα, ο αξιωματικός σήκωσε τους ώμους του και πήγε προς τον δράστη και τους απαγωγείς του. Μετά από κάποια συζήτηση, και οι τέσσερις στράφηκαν και περπάτησαν προς το μέρος μου. Μίλησα στον δράστη, καθώς εκείνος κοίταζε το πεζοδρόμιο ανάμεσά μας.
«Λυπάμαι που χτύπησα το αυτοκίνητό σας. Έχω ασφάλεια και θα φροντίσω να σας το φτιάξουν». Σήκωσε αργά το κεφάλι του και ήρθαμε για πρώτη φορά σε οπτική επαφή. Με μελέτησε για μια στιγμή και τελικά μίλησε. «Λυπάμαι που σε χτύπησα». Σήκωσε τα δεμένα με χειροπέδες άκρα του για να μου σφίξει το χέρι. Καθώς οι έκπληκτοι αστυνομικοί κοιτούσαν, άπλωσα το χέρι μου, του έσφιξα το χέρι και του είπα απλά: «Καταλαβαίνω».
Καθώς αναπολώ εκείνη τη μέρα, συνειδητοποιώ ότι έσπασε ένας κύκλος πόνου, τουλάχιστον για εκείνη τη στιγμή. Θα μπορούσα να είχα παραδοθεί στην οργή μου και να τον κατέστρεφα. Θα μπορούσα να είχα γίνει κομμάτι της «ατμομηχανής της τιμωρητικής δικαιοσύνης»: καταθέσεις, παραστάσεις στο δικαστήριο, μαρτυρίες, όλα σχεδιασμένα για να στείλουν αυτόν τον άνθρωπο στη φυλακή για να τιμωρηθεί. Θα τον είχαν συλλάβει, θα του είχαν ασκήσει δίωξη, θα τον είχαν φυλακίσει και θα του είχαν στερήσει την ελάχιστη ελευθερία και αξιοπρέπεια που του είχε απομείνει.
Αντ’ αυτού, χάρη στη διαύγεια που μου δόθηκε εκείνη τη στιγμή, δεν βίωσα επικρίσεις, επιθυμία για τιμωρία, θυμό ή μίσος. Οι αστυνομικοί έβγαλαν τις χειροπέδες.
Φύγαμε με αστυνομική συνοδεία. Βγήκαμε από τη γειτονιά, φτάσαμε σε μεγαλύτερους δρόμους και μετά από λίγα λεπτά η συνοδεία μάς άφησε μόνους. Κοιταχτήκαμε σιωπηλά συνειδητοποιώντας ότι αυτό που μόλις είχε συμβεί θα μπορούσε να είχε πάρει πολύ διαφορετική τροπή για όλους μας. Ξεσπάσαμε και οι δύο σε δάκρυα… δάκρυα ανακούφισης, θλίψης και ευγνωμοσύνης. Βάλαμε μουσική.
Ε Ξ Α Σ Κ Η Σ Η
Πρακτική 1 – Αποδόμηση του θυμού
Σκεφτείτε μια κατάσταση όπου βιώνετε θυμό σε οποιαδήποτε μορφή του (ενόχληση, αγανάκτηση, οργή κ.λπ.). Περιγράψτε την κατάσταση με μορφή «παρατήρησης». Δείτε τα κεφ. 6 και 19 για βοήθεια πάνω σ’ αυτό.
Στη συνέχεια, σημειώστε τις επικριτικές σας σκέψεις, όλες τους: σκέψεις που περιγράφουν τι μπορεί να σκέφτεστε ότι αυτό το άτομο θα έπρεπε ή δεν θα έπρεπε να κάνει ή σκέψεις για το «τι δεν πάει καλά με αυτόν».
Μετά από αυτό, δείτε αν μπορείτε να εντοπίσετε κάποια άλλα συναισθήματα εκτός από το θυμό, όπως απογοήτευση, φόβο ή θλίψη και σημειώστε τα επίσης.
Στη συνέχεια, δείτε αν μπορείτε να εντοπίσετε τις ανεκπλήρωτες ανάγκες σας και σημειώστε τις κι αυτές.
Τέλος, δείτε αν μπορείτε να καταλάβετε πώς οι ανάγκες σας θα μπορούσαν να ικανοποιηθούν αλλάζοντας τις σκέψεις ή τις ενέργειές σας.
Σημείωση: Αυτή είναι μια άσκηση που μπορείτε θαυμάσια να κάνετε με τη βοήθεια ενός φίλου ενσυναίσθησης.
Πρακτική 2 – Για δυνατούς λύτες: Αποδόμηση του θυμού και υποβολή αιτημάτων
Συνεχίστε την Πρακτική 1. Αυτή τη φορά, σκεφτείτε ένα αίτημα που θα μπορούσατε να κάνετε για να ξεκινήσετε έναν διάλογο με το άλλο άτομο, στο οποίο μπορείτε να ακούσετε «Όχι» χωρίς να ενοχληθείτε (βλ. κεφ. 13 και 15).
Συμβουλή: Αν αποφασίσετε να κάνετε ένα αίτημα, το να ξεκινήσετε με ένα «αίτημα σύνδεσης», συνήθως βοηθάει. Η κατανόηση του τι είναι ζωντανό στο άλλο άτομο θα κάνει μεγάλη διαφορά αν θέλετε να βιώσετε σύνδεση και να επικοινωνήσετε με σαφήνεια και συμπόνια.
Μελετήστε παρακάτω στο Παράρτημα Δ δείγματα αιτημάτων σύνδεσης.
Σημείωση: Πρόκειται για μια πολύ απαιτητική εργασία. Προσεγγίστε το με αγάπη και φροντίδα προς όλους τους εμπλεκόμενους και να είστε προετοιμασμένοι να «επιβραδύνετε». Μελετήστε το κεφ. 12 για τη σχετική βοήθεια.
Σκεφτείτε μια κατάσταση όπου νομίζετε ότι προκαλείτε στον εαυτό σας κάποιο πόνο ή δυσαρέσκεια. Γράψτε το «ερέθισμα» (τις ενέργειές σας).
Στη συνέχεια, γράψτε τα συναισθήματα και τις ανάγκες σας (την αιτία). Στη συνέχεια, αναρωτηθείτε πώς θα μπορούσε να ικανοποιηθούν οι ανάγκες σας αλλάζοντας τις ενέργειές σας ή κάνοντας ένα αίτημα στον εαυτό σας ή στους άλλους (βλ. κεφ. 13 και κεφ. 15).
Παράρτημα Δ
Δείγματα αιτήσεων σύνδεσης
Ακολουθούν πιθανοί τρόποι διατύπωσης των αιτημάτων κατά τη διάρκεια ενός διαλόγου με σκοπό τη δημιουργία της ποιότητας σύνδεσης που συμβάλλει στη δυνατότητα να ικανοποιηθούν οι ανάγκες όλων.
Αιτήματα για προσωπικούς διαλόγους
- Θέλω πολύ να τα πούμε. Θα σε ενδιέφερε να μιλήσουμε για το θέμα τάδε;
- Έχω ένα θέμα και θα ήθελα να σου το μοιραστώ. Είσαι σε φάση να ακούσεις;
- Θα ήθελα να σιγουρευτώ ότι είπα αυτό που σκεφτόμουν· θα μπορούσες να μου πεις (καθρεφτίσεις) τι άκουσες;
- Αναρωτιέμαι, τώρα που με άκουσες, θες να μου πεις πώς σου φάνηκε;
- Τώρα που στα είπα (που με άκουσες) θες να μου καθρεφτίσεις πώς νιώθω και τι χρειάζομαι;
- Θα ήθελα πολύ να σου πω τι μου συμβαίνει, αν έχεις όρεξη (είσαι σε φάση). Παίζει;
- Θέλω πολύ να καταλάβω. Θες να μου πεις πώς αισθάνεσαι γι’ αυτό που μόλις είπα;
- Πες μου να καταλάβω πώς παρέλαβες τα λόγια μου. Τι σου λέει (πώς νιώθεις με) αυτό που μόλις είπα;
Αιτήματα που απευθύνονται σε ομάδες
- Παρακαλώ σηκώνετε το χέρι σας αν ΔΕΝ είστε πρόθυμοι να κάνετε το τάδε;
- Θα ήθελα πολύ να πάρω μια ιδέα για το τι σας συμβαίνει. Παρακαλώ σηκώνετε το χέρι σας αν αισθάνεστε εκνευρισμό/ματαίωση;
- Θα με βοηθούσε στην επαφή μας αν μπορούσα να ακούσω από δύο ή τρία άτομα τα συναισθήματα και τις ανάγκες τους σε σχέση με αυτά που είπα. Παρακαλώ σηκώνετε το χέρι σας αν είστε πρόθυμοι να τα μοιραστείτε;
- Παρακαλώ σηκώνετε το χέρι σας αν θα ήσασταν πρόθυμοι να αφιερώσετε λίγο χρόνο αργότερα μαζί μου για να μιλήσουμε για το τάδε θέμα.
- Θα ήθελα πολύ να προχωρήσουμε στην επόμενη ενότητα μας, αν συμφωνείτε. Αν κάτι σας απασχολεί και δεν μπορείτε να είστε «μαζί μας» αν προχωρήσουμε, παρακαλώ σηκώστε το χέρι σας.
Μετάφραση: Μαρία Αγγέλου